Τόερ βαν Σάικ
Χορευτής, Χορογράφος, Γλύπτης, Σκηνογράφος
Γεννήθηκε στο Άμστερνταμ το 1936. Πήρε τα πρώτα μαθήματα χορού από τον Ίραϊλ Γκάντεσκοβ και συνέχισε με τη Σόνια Γκάσκελ. Το διάστημα 1955-59 υπήρξε χορευτής στο Ολλανδικό Μπαλέτο, που αργότερα μετονομάστηκε σε Εθνικό Μπαλέτο της Ολλανδίας. Επιπλέον, σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία των Τεχνών της Χάγης. Το 1965 προήχθη σε πρώτο χορευτή στο Εθνικό Μπαλέτο της Ολλανδίας και διακρίθηκε ως ερμηνευτής στο χορόδραμα Μνημείο για ένα νεκρό αγόρι [Monument voor een gestorven jongen] του χορογράφου και διευθυντή του συνόλου, Ρούντι Βαν Ντάντσιχ. Παράλληλα, φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για ολλανδικές παραγωγές ογδόντα περίπου χοροδραμάτων και λυρικών έργων, τα περισσότερα σε συνεργασία με τον Ντάντσιχ. Πρωτοεμφανίστηκε ως χορογράφος υπογράφοντας το Ατελές Παρελθόν [Past Imperfect], σε μουσική του Γκαίργκι Λίγκετι (1971). Από το 1976 διετέλεσε χορογράφος στο Εθνικό Μπαλέτο της Ολλανδίας. Υπό αυτήν την ιδιότητα, παρουσίασε περί τις πενήντα παραγωγές. Στις χορογραφίες του, το ενδιαφέρον του για την πολιτική και την κοινωνία εκφράζεται υπό το προκάλυμμα του ειρωνικού χιούμορ επάνω σε θέματα όπως η απειλή του παγκόσμιου πολέμου και η ρύπανση του περιβάλλοντος. Διασκεύασε τα μπαλέτα του Νιζίνσκι Παιχνίδια [Jeux] (1977) και Φαύνος [Faune] (1978). Στα μεταγενέστερα έργα του συμπεριλαμβάνεται το Νεκρή φύση με λευκό τετράγωνο [Still Life with White Square], σε μουσική Σαίνμπεργκ (1992), και η Εβδόμη Συμφωνία [Seventh Symphony] (1986, 1997). Από το 2001 επικεντρώθηκε στη ζωγραφική και τη γλυπτική. Ο Τόερ βαν Σάικ συνεργάστηκε με την ΕΛΣ άπαξ, ως ενδυματολόγος στο χορόδραμα Τα τέσσερα τελευταία τραγούδια [Vier letzte Lieder], σε μουσική Ρίχαρντ Στράους, το οποίο παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, το 1993.