
Βλαντιμίρ Ατλάντοφ
Μονωδός, Τενόρος
Γεννήθηκε στο Λένινγκραντ, στις 19/2/1939. Γιος βαρύτονου και υψιφώνου που τραγουδούσαν στις Όπερες Κίροφ και Μάλυ του Λένινγκραντ (Αγ. Πετρούπολη), ο Ατλάντοφ γεννήθηκε και μεγάλωσε στον χώρο του λυρικού θεάτρου. Ξεκίνησε μουσικές σπουδές σε ηλικία έξι ετών στη Σχολή Χορωδίας «Γκλίνκα» και το 1957 εισήχθη στο Ωδείο του Λένινγκραντ. Το 1962, σπουδαστής ακόμα, προσλήφθηκε στο Θέατρο Κίροφ, βραβεύτηκε με αργυρό μετάλλιο στον διαγωνισμό φωνών «Γκλίνκα» και πήγε για σπουδές στη Σκάλα του Μιλάνου. Εκεί, εντός διετίας, έμαθε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους τενόρου στις όπερες Ριγολέττος, Μποέμ, Ένας χορός μεταμφιεσμένων και Τόσκα. Επιστρέφοντας στην ΕΣΣΔ, τραγούδησε στο Κίροφ Δύναμη του πεπρωμένου (Ντον Αλβάρο) και Ντάμα Πίκα (Χέρμαν). Η βράβευσή του στον διαγωνισμό «Τσαϊκόφσκι» της Μόσχας οδήγησε σε πρόσληψη στο Θέατρο Μπολσόι, όπου ξεχώρισε ως κορυφαίος Σοβιετικός τενόρος των δεκαετιών 1960 και 1970. Αρχής γενομένης με Τραβιάτα (Αλφρέντο) και Ευγένιο Ονιέγκιν (Λένσκι), τραγούδησε 18 ρόλους και έγινε διάσημος για την ερμηνεία του στον πρωταγωνιστικό ρόλο του βερντιανού Οθέλλου. Διέθετε ρωμαλέα φωνή με ιδιαίτερα ισχυρή ψηλή περιοχή, την οποία αξιοποιούσε σε στεντόρειο τραγούδι μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης, ιδανικό για ρόλους όπως ο Χέρμαν και ο Ντον Ζοζέ στην Κάρμεν. Ακολούθησαν βραβεύσεις σε διαγωνισμούς σε Σόφια και Μόντρεαλ. Το 1988 εγκατέλειψε την ΕΣΣΔ και ξεκίνησε διεθνή σταδιοδρομία στην Ευρώπη, μεσουρανώντας στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα. Από το 1977 ερμήνευε και ρόλους βαρύτονου. Τραγούδησε επανειλημμένα Χέρμαν, Κάνιο (Παλιάτσοι) και Οθέλλο. Στην ΕΛΣ πρωταγωνίστησε κατά την τριετία 1974-77 στις όπερες Ντάμα Πίκα, Ευγένιος Ονιέγκιν (ως Λένσκι δίπλα στη σύζυγό του, Ταμάρα Μιλάσκινα, ως Τατιάνα) και Τόσκα (Καβαραντόσσι). // Τελευταία ενημέρωση βιογραφικού σημειώματος: Νοέμβριος 2015 – Η κάτωθι εργογραφία συμπληρώνεται.